Διαμορφώνοντας διατομεακή πολιτική σε συνθήκες κρίσης

Η διατομεακή πολιτική αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις κατευθύνσεις των σύγχρονων πολιτικών Δημόσιας Υγείας. Πολλώ δε μάλλον σε συνθήκες κρίσης, όπου ο ενιαίος σχεδιασμός, η συνεργασία και η διατομεακή λήψη μέτρων είναι καίριας σημασίας προαπαιτούμενα για μία στοχευμένη και στρατηγικά σχεδιασμένη πολιτική, με στόχο την αποτελεσματική προστασία και βελτίωση της υγείας του πληθυσμού.

Ο εμπνευστής αυτού του συνεδρίου Γιάννης Κυριόπουλος ήταν αυτός που άνοιξε τους δρόμους για την επισταμένη μελέτη των συστημάτων υγείας στη χώρα μας, έργο που πλέον όλοι μαζί καλούμαστε και οφείλουμε να συνεχίσουμε, ανέφερε ο κ. Άκης Σκέρτσος, Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και αρμόδιος για τον συντονισμό του Κυβερνητικού Έργου, στην αρχή της ομιλίας του, η οποία διεξήχθη υπό την προεδρία της κ. Πέννυς Μπουλούτζα.

Το 2019, η χώρα μας προσπαθούσε να βγει από μία δεκαετή πρωτοφανή ύφεση και κανείς δεν περίμενε ότι θα καλούμασταν να αντιμετωπίσουμε και μία σειρά από παγκόσμιες κρίσεις και απειλές, επισήμανε ο κ. Σκέρτσος. Οι κρίσεις αυτές ήταν επάλληλες: κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε μία υγειονομική κρίση, μία ενεργειακή και πληθωριστική κρίση, μία προσφυγική κρίση, αλλά και μία υβριδικού τύπου απειλή στα σύνορά μας. Για πρώτη φορά, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με έναν καταιγισμό διαφορετικής φύσης κρίσεων, που θα μπορούσαν δυνητικά να διαλύσουν μία χώρα του δικού μας μεγέθους, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, προβλήματα και υστερήσεις που όλοι γνωρίζουμε πως έχει η Ελλάδα.

Σήμερα, 3,5 χρόνια μετά, όχι μόνο έχουμε καταφέρει να σταθούμε στα πόδια μας, αλλά η χώρα μας παρουσιάζει και αξιοσημείωτες επιδόσεις σε 10 τομείς. Η Ελλάδα, εξήγησε ο ομιλητής, σημειώνει αυτή τη στιγμή διπλάσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, έχει τη μεγαλύτερη και ταχύτερη πτώση του δημοσίου χρέους της σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά 40 μονάδες, σημειώνει τη μεγαλύτερη και ταχύτερη μείωση της ανεργίας στην Ευρώπη με ταυτόχρονη προσθήκη 250.000 νέων θέσεων εργασίας, παρουσιάζει μία σταθερή ενίσχυση εισοδημάτων ειδικά των πιο ευπαθών και ευάλωτων ατόμων, σημειώνει μία, αν και καθυστερημένη, αλματώδη ψηφιοποίηση του κράτους, αλλά και ένα ιστορικό ρεκόρ δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, εξαγωγών και ιδιωτικών επενδύσεων στην καινοτομία, κατέχει την 8η θέση παγκοσμίως στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, βρίσκεται σήμερα μεταξύ των 12 χωρών διεθνώς που έχουν κατακτήσει τη νομική ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας, καταγράφει αξιοσημείωτη εξωστρέφεια στα πανεπιστημιακά της ιδρύματα και, τέλος, χάρη στη συστηματική και επίμονη προσπάθεια της κυβέρνησης και όλων των επαγγελματιών υγείας, η χώρα μας σημείωσε δείκτες εμβολιασμού του πληθυσμού, αλλά και διαχείρισης συνολικά της πανδημίας, ακριβώς στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρά τα προβλήματα που υπήρχαν στο εθνικό μας σύστημα υγείας λόγω της διαχρονικής υποχρηματοδότησής του.

Φυσικά, η χώρα μας δεν έχει λύσει όλα της τα προβλήματα και έχουμε μπροστά μας πολύ δρόμο, αλλά κάνουμε βήματα προόδου και σαφώς βρισκόμαστε σε καλύτερο σημείο σήμερα σε σύγκριση με το 2019, ανέφερε ο ομιλητής.

Καταφέραμε συλλογικά, ως κοινωνία, να ξεκινήσουμε μία εργώδη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, παράλληλα με τη διαχείριση κρίσεων, με αλλαγές στο κράτος, τη δημόσια διοίκηση, την οικονομία, την κοινωνία. Σε αυτήν την προσπάθεια, είχε καθοριστική συμβολή η επιτελική διακυβέρνηση της χώρας, στο πλαίσιο της οποίας συστρατεύθηκε όλος ο κρατικός μηχανισμός για την αντιμετώπιση των εκάστοτε προβλημάτων. Βασική προϋπόθεση για να αντεπεξέλθει μία κοινωνία σε οποιαδήποτε κρίση και να μπορέσει να βγει από αυτήν πιο δυνατή είναι η συνεργασία όλων, υπογράμμισε ο κ. Σκέρτσος, και επιτελικό κράτος σημαίνει ουσιαστικά συνεργατικό κράτος.

Όσον αφορά στον τομέα της υγείας, συνέχισε, δύο από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις που έγιναν με σκοπό την αναβάθμιση της υγείας για όλους τους πολίτες είναι η καθιέρωση του προσωπικού ιατρού και το άνοιγμα του ΕΣΥ με σημαντικά κίνητρα στο σύνολο των ιατρών της χώρας. Οι αλλαγές αυτές σηματοδοτούν το πέρασμα της χώρας σε μία νέα φάση κανονικότητας, συνέχισε, η οποία μας επιτρέπει πλέον να εφαρμόσουμε το φιλόδοξο πρόγραμμά μας για τη δημόσια υγεία, υπό την ομπρέλα πάντα ενός εθνικού συστήματος υγείας που προσφέρει καθολική πρόσβαση σε όλους τους πολίτες.

Η ΠΦΥ αποτελεί βασικό πυλώνα της αναδιαμόρφωσης του ΕΣΥ και καίριας σημασίας εργαλείο θωράκισής της δημόσιας υγείας. Τα νοσοκομεία, σε αντίθεση με τα διαχρονικώς ισχύοντα στη χώρα μας, πρέπει να αποτελεί τη δεύτερη και όχι την πρώτη γραμμή άμυνας, παρατήρησε ο ομιλητής.

Ο τομέας της υγείας στην Ελλάδα είναι πολύπαθος. Η πανδημία κατέδειξε όλα τα δομικά προβλήματα του συστήματος υγείας: μας βρήκε με υποχρηματόδότηση του ΕΣΥ, με εξαιρετικά χαμηλά αμοιβόμενο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, με απουσία συστημάτων μέτρησης και αξιολόγησης και επομένως άνιση χρήση των διαθέσιμων πόρων, με έλλειψη ενός επαρκούς δικτύου ΠΦΥ, χωρίς ενιαία πρωτόκολλα και διαδικασίες διαχείρισης κρίσιμων νόσων, με σημαντική υστέρηση στην ψηφιοποίηση, με σοβαρή αδυναμία σε ΜΕΘ, με ένα δυσλειτουργικό σύστημα προμηθειών, αλλά και με σημαντική υστέρηση σε νοσηλευτικό προσωπικό και δη εξειδικευμένο. Ο συνδυασμός των παθογενειών αυτών είχε οδηγήσει όπως όλοι γνωρίζουμε σε ένα ιδιωτικοποιημένο, κατ’ επίφαση μόνο δημόσιο, σύστημα υγείας, που τελικά κοστίζει πολύ στους πολίτες. Τα προβλήματα αυτά επιδιώκουμε σήμερα να επιλύσουμε, ανέφερε ο κ. Σκέρτσος.

Το ΕΣΥ άντεξε την πρωτοφανή πίεση της πανδημίας χάρη στην υπερπροσπάθεια των ανθρώπων που το στελεχώνουν, αλλά και στην προσπάθεια της Πολιτείας που κατάφερε μέσα στην κρίση αυτή να βελτιώσει τις υποδομές, να αυξήσει το προσωπικό, να προχωρήσει σημαντικά την ψηφιοποίηση και να δημιουργήσει σημαντικές συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα για την ταχύτερη κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού.

Η μεγαλύτερη πρόκληση πλέον της επόμενης ημέρας είναι ο ανασχεδιασμός του δημόσιου υγειονομικού χάρτη, λαμβάνοντας υπόψη το υγειονομικό προφίλ σε κάθε περιφέρεια, ώστε να μπορούμε να παρέχουμε ποιοτική δωρεάν πρόληψη και περίθαλψη σε όλους τους πολίτες. Το νέο ΕΣΥ πρέπει να διασφαλίζει την κλινική αποτελεσματικότητα, την οικονομική αποδοτικότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη, με σύγχρονους θεσμούς οργάνωσης, διοίκησης και χρηματοδότησης.

Ο σχεδιασμός αυτός, σημείωσε ο ομιλητής, αποτελεί τμήμα του Σχεδίου Ελλάδα 2.0, ενός χρηματοδοτικού προγράμματος με πόρους ύψους 1,5 δισ. ευρώ και επενδύσεις έως το 2026.

Η μετασχηματισμός του συστήματος υγείας έχει ήδη ξεκινήσει, με την άυλη συνταγογράφηση, με την καθιέρωση του δωρεάν προσωπικού ιατρού ως πρώτης γραμμής άμυνας του ΕΣΥ, με το μεγαλύτερο πρόγραμμα δωρεάν προληπτικών εξετάσεων που έχει γίνει ποτέ στη χώρα μας, με την ανάπτυξη προγραμμάτων πρωτογενούς και τριτογενούς πρόληψης, με τη δημιουργία του ηλεκτρονικού φακέλου υγείας για κάθε ασθενή, με την πρόσληψη 6000 επαγγελματιών υγείας και την αναπροσαρμογή των αμοιβών των επαγγελματιών υγείας, αλλά φυσικά και με τη μετατροπή του ΕΟΠΥΥ σε έναν σύγχρονο ασφαλιστικό φορέα.

Τα επόμενα χρόνια, συνέχισε, θα εστιάσουμε στην ανακαίνιση 157 κέντρων υγείας σε όλη τη χώρα, στον νέο χάρτη δευτεροβάθμιας υγείας με δημιουργία εξειδικευμένων νοσοκομείων και με ανασύνταξη υπηρεσιών και συστημάτων διοίκησης, στη δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας συλλογής, ανάλυσης και ερμηνείας δεδομένων για την επιδημιολογική επιτήρηση, στην εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας, στην εισαγωγή νέων ειδικοτήτων στην ΠΦΥ, στη σύσταση και πλήρη λειτουργία συνολικά 110 μονάδων ψυχικής υγείας, στην αναβάθμιση 80 νοσοκομείων, στην ανάπτυξη 315 νέων σταθμών τηλεϊατρικής και 3500 νέων σημείων κατ’ οίκον φροντίδας.

Λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες και τις μελλοντικές υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού, συμπλήρωσε, η κυβέρνηση φιλοδοξεί να διαμορφώσει ένα νέο εθνικό σύστημα υγείας με επίκεντρο τον πολίτη.

Όραμά μας είναι η επίτευξη όχι μόνο υψηλού προσδόκιμου ζωής των Ελλήνων, αλλά η αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού με καλή ποιότητα ζωής ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία. Αυτό, εξήγησε ο κ. Σκέρτσος. μπορεί να επιτευχθεί μόνο με επενδύσεις στη δημόσια υγεία, στην πρόληψη, στην πρωτοβάθμια φροντίδα, στην υιοθέτηση ενιαίων πρωτοκόλλων διοίκησης συστημάτων υγείας και χρόνιων παθήσεων, στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας του υγειονομικού προσωπικού, σε εξειδικευμένο νοσηλευτικό προσωπικό και στην ορθή αξιοποίηση των πόρων. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα σκληρή μάχη, κατέληξε, η οποία ωστόσο έχει ήδη ξεκινήσει και θα πρέπει να συνεχίσουμε να την δίνουμε καθημερινά.

Συζήτηση

Πόσο θωρακισμένοι είμαστε σήμερα στο ενδεχόμενο αντιμετώπισης επόμενων κρίσεων, ρώτησε τον κ. Σκέρτσο η κ. Μπουλούτζα, ευχαριστώντας τον αρχικά για την ιδιαίτερα κατατοπιστική εισήγησή του.

Δυστυχώς, μάλλον θα πρέπει να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι η αλλεπάλληλη εμφάνιση νέων κρίσεων αποτελεί πλέον τη νέα κανονικότητα, απάντησε ο κ. Σκέρτσος. Για να είμαστε προετοιμασμένοι, απαιτείται σημαντική βελτίωση της ανθεκτικότητας των συστημάτων διοίκησης, έργο δύσκολο, αλλά αναγκαίο ώστε οι πολίτες να μπορούν να αισθάνονται ότι το κράτος τους προσφέρει σταθερότητα και ασφάλεια όσον αφορά στη διαχείριση μίας μελλοντικής κρίσης. Η χώρα μας, λαμβάνοντας υπόψη και το μικρό της μέγεθός, απέδειξε ότι μπορεί να αντιμετωπίσει τις καταστάσεις που εμφανίζονται και να πάει μπροστά. Σήμερα είμαστε σε θέση να προσφέρουμε στον πολίτη καλύτερες υπηρεσίες, περισσότερη σιγουριά και ασφάλεια.

Σε επόμενη ερώτηση της κ. Μπουλούτζα, εάν υπάρχει κάτι που η κυβέρνηση θα άλλαζε κατά τη διαχείριση μίας μελλοντικής κρίσης, ο κ. Σκέρτσος παρατήρησε πως προφανώς εκ των υστέρων μπορείς να πεις ότι θα άλλαζες κάποια πράγματα. Ωστόσο, υπογράμμισε, δουλέψαμε με βάση τα δεδομένα που τότε υπήρχαν, λάβαμε τεκμηριωμένες αποφάσεις, εμπιστευθήκαμε με την επιστήμη, εφαρμόσαμε καλά σχεδιασμένες πολιτικές και καταφέραμε σημαντικά πράγματα. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, το αποτέλεσμα μάς δικαιώνει.

Υπήρξε ωστόσο έντονη κριτική για ορισμένες από τις αποφάσεις της κυβέρνησης από την πλευρά της αντιπολίτευσης, επισήμανε η κ. Μπουλούτζα, θέτοντας το ερώτημα εάν θα ήταν δυνατό να υπάρξει κάποια στιγμή στη χώρα μας πολιτική συναίνεση για την αντιμετώπιση σημαντικών ζητημάτων όπως η διαχείριση μίας μείζονος κρίσης δημόσιας υγείας.

Η πολιτική συναίνεση είναι κάτι πολύ δύσκολο στην Ελλάδα, απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας και καλλιέργεια πνεύματος συνεργασίας, απάντησε ο ομιλητής. Είναι θέμα μάλλον κουλτούρας, η οποία ενδεχομένως να μπορεί να αλλάξει μέσω εκπαίδευσης στις επόμενες γενιές. Παρά την έλλειψή της ωστόσο, διαχειριστήκαμε την πανδημία προστατεύοντας παράλληλα την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Μπορεί να χρειάσθηκε επίσης να λάβουμε δύσκολες αποφάσεις με πολιτικό κόστος, όπως τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, αλλά το αποτέλεσμα μάς δικαίωσε καθώς πετύχαμε την προστασία ενός σημαντικού ποσοστού, 85-90%, των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, κατέληξε ο κ. Σκέρτσος.