Σκοπός της συνεδρίας που ήταν αφιερωμένη στα «Σύγχρονα συστήματα αποζημίωσης υγειονομικής φροντίδας και συμπληρωματικά συστήματα ασφάλισης για αποδοτική διαχείριση της ιδιωτικής δαπάνης» ήταν να εντοπιστούν τα θεσμικά σημεία στα οποία μπορεί να υπάρξει βελτίωση στη συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, όπως είπε κηρύσσοντας την έναρξη της συνεδρίας ο συντονιστής κύριος Νίκος Βέττας.
Παρατήρησε επίσης, ότι τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί η δημόσια δαπάνη για την υγεία, κάτι που ήταν ζητούμενο, η διαφορά όμως δεν έχει καλυφθεί από την ιδιωτική ασφάλιση αλλά από την τσέπη του ασθενούς. Ανέφερε, τέλος, ότι είναι πλέον εμφανές πως τόσο η τεχνολογία της ιατρικής πράξης όσο και η τεχνολογία παρακολούθησης και καταγραφής στον τομέα της υγείας μπορεί να φέρει στην αγορά διαφάνεια και περισσότερα κίνητρα.
Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις
Ο κ. Βέττας κάλεσε στη συνέχεια, τον κ. Ιωάννη Καντώρο να απαντήσει στο ερώτημα γιατί η ιδιωτική ασφάλιση υγείας δεν είναι τόσο διαδεδομένη στην Ελλάδα όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο κ. Καντώρος απάντησε πως αυτό είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, παρατηρώντας ότι το ΕΣΥ και η ιδιωτική ασφάλιση υγείας δημιουργήθηκαν περίπου την ίδια εποχή στην Ελλάδα, αλλά ακολούθησαν μια παράλληλη πορεία, χωρίς να συναντιούνται. Αφού επισήμανε ότι τα κίνητρα για να ασφαλιστεί κάποιος ιδιωτικά είναι η ταχύτερη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και οι καλύτερες συνθήκες νοσηλείας, συμφώνησε με τον κ. Βέττα στο ότι η απουσία συνέργειας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των δαπανών που πληρώνουν οι ασθενείς από την τσέπη τους, οι οποίες ανέρχονται περίπου στα 8 δισεκατομμύρια ευρώ. Δεδομένης της γήρανσης του πληθυσμού και της άφιξης νέων και πιο ακριβών θεραπειών, το ποσό αυτό θα συνεχίσει να αυξάνεται. Στο σημείο αυτό, ο κ. Βέττας ρώτησε πώς θα μπορούσε να αλλάξει αυτή η κατάσταση και πώς θα μπορούσε, αν μη τι άλλο, να γίνει πιο συστηματική η ιδιωτική συμμετοχή στον χώρο της ασφάλισης υγείας, αντί να προκύπτει εκτάκτως την ώρα της μεγάλης ανάγκης. Ο κ. Καντώρος απάντησε πως μελέτη έχει δείξει ότι ένα μοντέλο συμπληρωματικότητας των δύο τομέων σαν αυτό που ισχύει στη Γαλλία θα μπορούσε να λειτουργήσει στην Ελλάδα – ωστόσο, η ελληνική κοινωνία μάλλον δεν είναι έτοιμη να δεχθεί πιο πολύπλοκα μοντέλα, με μεγαλύτερη συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης. Επισήμανε, πάντως, πως μια τέτοια μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην οργάνωση της ασφάλισης θα οδηγούσε κατά τη γνώμη του σε μεγάλη εξοικονόμηση χρημάτων, δεδομένης της σπατάλης που κατά γενική ομολογία συμβαίνει στον δημόσιο τομέα.
Στη συνέχεια ο συντονιστής έδωσε τον λόγο στον κ. Μιλτιάδη Νεκτάριο, ρωτώντας γιατί είναι αναγκαία η συμπληρωματικότητα των δύο τομέων, από τη στιγμή που η υγεία είναι ένα δημόσιο αγαθό. Ο κ. Νεκτάριος απάντησε πως σε όλες τις χώρες της Ευρώπης αναπτύσσονται συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα γιατί υπάρχουν τριών ειδών κενά: στην κάλυψη του πληθυσμού, σε επίπεδο παροχών και σε επίπεδο δαπανών. Συμφώνησε με τον κ. Καντώρο στο ότι το γαλλικό μοντέλο είναι αυτό που ταιριάζει περισσότερο στην Ελλάδα. Τα κενά αυτά έρχεται να καλύψει ο ιδιωτικός τομέας, μειώνοντας το επίπεδο των δαπανών που πληρώνει ο ασθενής από την τσέπη του στο 10% των συνολικών δαπανών υγείας. Πρόκειται για σημαντική μείωση, σε σχέση με το 40% που καταβάλλει σήμερα το ελληνικό νοικοκυριό, το υψηλότερο στην Ευρώπη μετά τη Βουλγαρία και τη Λιθουανία. Έτσι λοιπόν, ο κ. Νεκτάριος πρότεινε να βασιστούμε στο γαλλικό μοντέλο για να αναπτυχθούν δύο-τρία ασφαλιστικά πακέτα με ευθύνη του ΕΟΠΥΥ και του ιδιωτικού τομέα, τα οποία θα πωλούνται από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Σχολίασε επίσης πως αν έστω και το 30% των Ελλήνων έκαναν ιδιωτική ασφάλιση, αυτό θα σήμαινε έσοδα ύψους περίπου 1,5 δισ. ευρώ για το δημόσιο σύστημα υγείας, από τη χρήση των δημόσιων υποδομών που θα έκαναν οι ασθενείς, καλυπτόμενοι από την ιδιωτική τους ασφάλιση. Προϋπόθεση όμως για κάτι τέτοιο θα ήταν ο εκσυγχρονισμός του δημόσιου συστήματος υγείας, ώστε να μην υστερούν οι υποδομές του σε σχέση με τις ιδιωτικές. Ένα τέτοιο ύψος εσόδων θα επέτρεπε αύξηση για παράδειγμα των αμοιβών των εργαζομένων στο σύστημα υγείας κατά 50% και θα ανέστρεφε ενδεχομένως τη φυγή των Ελλήνων ιατρών στο εξωτερικό.
Ο ρόλος του Ελληνικού Ινστιτούτου DRG και η μετάβαση σε ένα νέο σύστημα
Στη συνέχεια, ο κ. Βέττας κάλεσε τον κ. Κωνσταντίνο Χαλκιά να παρουσιάσει το Ελληνικό Ινστιτούτο DRG και τον ρόλο του στην ανάπτυξη αλγορίθμων μέτρησης και παρακολούθησης των ιατρικών πράξεων και δαπανών.
Ο κ. Χαλκιάς ανέφερε αρχικά ότι η χώρα μας είναι από τις τελευταίες παγκοσμίως που δεν έχουν εφαρμόσει συστήματα DRG (diagnosis-related groups). Εξήγησε ότι η πολυετής καταγραφή και μέτρηση των διαγνώσεων και των ιατρικών πράξεων και η συσχέτισή τους με τα αντίστοιχα κόστη επιτρέπουν τον καθορισμό της κατάλληλης αποζημίωσης. Αυτό αφορά κατ’ αρχάς στη δευτεροβάθμια περίθαλψη, αλλά συστήματα DRG υπάρχουν επίσης για την πρωτοβάθμια περίθαλψη, για την αποκατάσταση και για πολλές άλλες περιοχές ενδιαφέροντος, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Σε αντιδιαστολή, τα ΚΕΝ (Κλειστά Ελληνικά Νοσήλια) ήταν μια αρχική προσπάθεια που επιχειρήθηκε στην Ελλάδα προκειμένου να εφαρμοστεί γρήγορα ένα παρόμοιο σύστημα, λόγω της ανάγκης να επιτευχθούν σύντομα αποτελέσματα, καθώς αυτό υπαγορευόταν από τις μνημονιακές συνθήκες. Δυστυχώς, για να εφαρμοστούν σωστά τα συστήματα DRG απαιτείται χρόνος, έτσι ώστε να δημιουργηθεί το απαραίτητο νομικό θεσμικό πλαίσιο, αλλά και ο φορέας που θα τα αναλάβει (στην Ελλάδα είναι το Ελληνικό Ινστιτούτο DRG και το Κέντρο Τεκμηρίωσης και Κοστολόγησης Νοσοκομειακών Υπηρεσιών-ΚΕΤΕΚΝΥ). Πλέον, το σύστημα DRG λειτουργεί ήδη στην υγειονομική περιφέρεια της Κρήτης, ενώ σύντομα θα ξεκινήσει η λειτουργία του και στην περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας. Μέσω του DRG, τεκμηριώνεται το παραγόμενο έργο των νοσοκομείων, τόσο με ποσοτικά όσο και με ποιοτικά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αποζημιωθεί από τον ΕΟΠΥΥ. Τέλος, το σύστημα διαθέτει πολλές ευελιξίες προσαρμογής, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας συγκεκριμένης υγειονομικής περιφέρειας ή ενός συγκεκριμένου νοσοκομείου.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση του κ. Βέττα, ο κ. Καντώρος δήλωσε ότι το σύστημα DRG ασφαλώς είναι κάτι που αφορά και την ασφαλιστική αγορά και διευκρίνισε μάλιστα ότι την αφορά ιδιαίτερα η σύγκριση της σχέσης μεταξύ του ΕΟΠΥΥ και ενός δημόσιου νοσοκομείου με τη σχέση μεταξύ μιας ασφαλιστικής εταιρείας και μιας ιδιωτικής κλινικής. Πρόσθεσε ότι η εμπειρία από άλλες χώρες έχει δείξει ότι η εφαρμογή των DRG σαφώς οδηγεί σε εξοικονόμηση πόρων, αυξάνει τη διαφάνεια, απαλλάσσει από διάφορες παθογένειες (π.χ. διαφορετικές τιμολογήσεις της ίδιας ιατρικής πράξης σε διαφορετικά νοσοκομεία) και εξασφαλίζει πιο ισότιμη κατανομή των πόρων.
Ο κ. Νεκτάριος εξέφρασε και αυτός την ικανοποίησή του για την ολοκλήρωση της προετοιμασίας του συστήματος DRG στην Ελλάδα, καθώς και για την πρόθεση της κυβέρνησης να συγκεντρωθεί όλη η χρηματοδότηση του τομέα της υγείας (4,5 δισ. ευρώ από τις ασφαλιστικές εισφορές και 4,5 δισ. ευρώ από την κρατική χρηματοδότηση) στον ΕΟΠΥΥ, ο οποίος θα γίνει έτσι ο αγοραστής των υπηρεσιών των δημόσιων νοσοκομείων, βασιζόμενος στα επίσημα DRG.
Πρόκειται, σύμφωνα με τον κ. Νεκτάριο, για μια τεράστιας κλίμακας μεταρρύθμιση η οποία, εάν συνδυαστεί με την αλλαγή της νομικής προσωπικότητας των νοσοκομείων (η οποία θα επιτρέψει την κατάργηση του ενιαίου μισθολογίου και τη δυνατότητα διαφοροποίησης των αμοιβών βάσει της απόδοσης των ιατρών), θα οδηγήσει σε μια θεαματική βελτίωση των υπηρεσιών υγείας και σε απογείωση της αποδοτικότητας του συστήματος. Ο κ. Νεκτάριος εξήγησε πως η πρόταση είναι να γίνουν τα νοσοκομεία νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου κάτω από μια ελέγχουσα εταιρεία, όπως είναι το NHS Executive του Ηνωμένου Βασιλείου, κάτι που θα επιτρέψει στα δημόσια νοσοκομεία, μέσα σε ένα σύντομο διάστημα δύο-τριών ετών, να προσφέρουν πολλαπλάσιες υπηρεσίες σε σχέση με σήμερα και με λιγότερα κόστη.
Απαντώντας σε ερώτηση του κ. Βέττα μήπως κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο την ανοιχτή πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία που αν μη τι άλλο έχουμε σήμερα, ο κ. Νεκτάριος δήλωσε πως κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί, γιατί ο ΕΟΠΥΥ θα είναι ο ρυθμιστής για όλα τα θέματα στη δημόσια υγεία, μεταξύ των οποίων και η πρόσβαση στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια περίθαλψη. Πρόσθεσε δε ότι οι δυνατότητες που παρέχονται σήμερα από την επιστήμη της πληροφορικής, σε συνδυασμό με την επερχόμενη πίεση από τη γήρανση του πληθυσμού, δεν αφήνουν πλέον περιθώρια για καθυστερήσεις και ότι με την απαραίτητη πολιτική συναίνεση θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε ένα από τα καλύτερα συστήματα υγείας στην Ευρώπη. Σε αυτό μπορεί να συντελέσει και ο πανίσχυρος ιδιωτικός τομέας, ο οποίος μπορεί να ενταχθεί στον ενιαίο σχεδιασμό. Εν κατακλείδι, αν το 1980 δόθηκε μεγάλη έμφαση στην οργάνωση της προσφοράς (με το κτίσιμο νοσοκομείων, κέντρων υγείας, αγροτικών ιατρείων κ.λπ.), αυτό που μας λείπει σήμερα είναι η οργάνωση της ζήτησης και αυτό θα πρέπει να γίνει μέσω του ΕΟΠΥΥ, κάτι που αποτελεί μεγάλη θεσμική κατάκτηση για τη χώρα (ας μην ξεχνάμε ότι πριν το 2011 υπήρχαν περίπου 20 ασφαλιστικά ταμεία τα οποία συγχωνεύθηκαν στον ΕΟΠΥΥ).
Καλούμενος να σχολιάσει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να γίνει αυτή η σημαντική μετάβαση, ο κ. Χαλκιάς δήλωσε πώς πάντα είναι απαραίτητη αρχικά μια πιλοτική δοκιμή του νέου συστήματος, κάτι που συμβαίνει σήμερα στην Κρήτη, έτσι ώστε να υπάρξει εξοικείωση με τη νέα κωδικοποίηση, αλλά και προσαρμογή των πληροφοριακών συστημάτων των νοσοκομείων. Πρόσθεσε επίσης ότι, πέρα από τη βασική αρμοδιότητα του ΚΕΤΕΚΝΥ για την εφαρμογή, την αναθεώρηση και τη διοίκηση του συστήματος DRG, το Κέντρο έχει και κάποιες άλλες σημαντικές αρμοδιότητες, μία από τις οποίες είναι η διαχείριση των ιατρικών κωδικοποιήσεων (του τρόπου με τον οποίο περνάει η πληροφορία σε ψηφιακό επίπεδο), αλλά και η παροχή συμβουλευτικής στους φορείς και στο Υπουργείο Υγείας σε σχέση με τον τρόπο καταχώρισης των ιατρικών δεδομένων. Σε αυτό το πλαίσιο, το ΚΕΤΕΚΝΥ συμμετέχει ήδη σε κάποια ευρωπαϊκά προγράμματα τα οποία θα κάνουν ενιαίο τον μορφότυπο του ιατρικού φακέλου μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και, κατ’ επέκταση, μεταξύ των νοσοκομείων, ώστε να είναι εύκολη η σύγκριση των φακέλων και η ανταλλαγή δεδομένων.
Τέλος, τους συνομιλητές απασχόλησε το ζήτημα του απορρήτου των δεδομένων των ασθενών και η επίτευξη της βέλτιστης ισορροπίας ανάμεσα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων από τη μία μεριά και στη δυνατότητα επικοινωνίας και ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των διαφόρων φορέων, από την άλλη. Ο κ. Νεκτάριος υπογράμμισε την ανάγκη για ένα μίνιμουμ πολιτικής συναίνεσης των κομμάτων για την απαραίτητη μεταρρύθμιση στον χώρο της υγείας, ώστε να μην ανατρέπει κάθε νέα κυβέρνηση το έργο της προηγούμενης. Ο κ. Καντώρος εξέφρασε την αισιοδοξία ότι η κατάσταση είναι ώριμη ώστε κατά την επόμενη τετραετία να υπάρξει πρόοδος στον χώρο της υγείας, με ριζικές αλλαγές που θα έχουν ορίζοντα μίας ή δύο δεκαετιών. Ο κ. Χαλκιάς συμφώνησε, εκφράζοντας την ελπίδα ότι, δεδομένου του έργου που έχει ήδη γίνει, το διάστημα υλοποίησης θα μπορούσε να είναι και συντομότερο.