Εθνική Στρατηγική για την Ψηφιακή Υγεία στην Ελλάδα: προκλήσεις και προοπτικές

Η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών υγείας έχει ως στόχο τη βελτίωση της υγείας και της ευημερίας των πολιτών. Η αξιοποίηση των ψηφιακών δεδομένων υγείας μπορεί να υποστηρίξει την ιατρική έρευνα, την άσκηση της ιατρικής βάσει τεκμηριωμένων ενδείξεων πραγματικού κόσμου, την εξατομικευμένη ιατρική και γενικότερα τη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης.

Στη συνεδρία με θέμα την εθνική στρατηγική για την ψηφιακή υγεία στη χώρα μας, που διεξήχθη υπό την προεδρία του κ. Άγγελου Τσακανίκα, συζητήθηκαν οι προκλήσεις και τα προαπαιτούμενα της ψηφιακής υγείας στη χώρα μας, ο σχεδιασμός των ψηφιακών υποδομών για την ανάπτυξη των ψηφιακών υπηρεσιών, η πρωτογενής χρήση των δεδομένων υγείας για τη διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας, αλλά και η δευτερογενής χρήση τους για την ανάπτυξη της έρευνας και των υπηρεσιών υγείας.

Προκλήσεις και προαπαιτούμενα της ψηφιακής υγείας

Η ηλεκτρονική υγεία αφορά εργαλεία και υπηρεσίες που χρησιμοποιούν τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών για τη βελτίωση της πρόληψης, της διάγνωσης, της θεραπείας, της παρακολούθησης και της διαχείρισης θεμάτων υγείας, καθώς και για την παρακολούθηση και τη διαχείριση των συνηθειών του τρόπου ζωής που επηρεάζουν την υγεία, ανέφερε ο κ. Χαράλαμπος Καρανίκας ξεκινώντας την ομιλία του.

Σε αυτό το νέο περιβάλλον, συνέχισε, ο ίδιος ο ασθενής διαδραματίζει έναν πιο ενεργό ρόλο στη διαχείριση της υγείας του. Η ιατρική επιστήμη από επιστήμη της θεραπείας μεταλλάσσεται αργά και επώδυνα σε επιστήμη της υγείας, καθώς προσεγγίσεις όπως η ενοποιημένη φροντίδα (integrated care) και η ενδυνάμωση των ασθενών (patient empowerment) συγκρούονται με τις κλασικές αντιλήψεις του παραδοσιακού τρόπου άσκησης του ιατρικού λειτουργήματος.

Η πραγματική αξία, ωστόσο, δεν βρίσκεται στα συστήματα και τις τεχνολογίες, αλλά στα δεδομένα υγείας, κάτι που αντιλαμβάνονται πλέον όλοι όσοι απασχολούνται στον χώρο της υγειονομικής περίθαλψης, τόνισε ο ομιλητής. Τα δεδομένα αποτελούν το «κλειδί» για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων υγείας, εξήγησε, την καλύτερη διαχείριση χρόνιων ασθενειών και την καλύτερη διαχείριση της υγείας του πληθυσμού συνολικά.

Για πρώτη φορά στην ιστορία μας, υπογράμμισε ο κ. Καρανίκας, έχουμε πολλά δεδομένα υγείας, τα οποία καταγράφονται σε πολλές διαφορετικές μορφές, και επιπλέον διαθέτουμε τα εργαλεία, τη δυνατότητα, τις υποδομές να μπορούμε να τα επεξεργασθούμε και να τα αξιοποιήσουμε ώστε να παραγάγουμε ιατρική γνώση. Η κύρια πρόκληση στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων των δεδομένων υγείας συνίσταται στη δυσκολία πρόσβασης που αντιμετωπίζουν τόσο οι ίδιοι οι πολίτες, όσο και οι επαγγελματίες υγείας, οι πάροχοι ψηφιακών υπηρεσιών και προϊόντων υγείας, αλλά και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι ρυθμιστικές αρχές, συνέχισε ο ομιλητής. Επιπλέον, τα δεδομένα υγείας είναι απαραίτητα για την υλοποίηση έρευνας και καινοτομίας, πρόσθεσε ο κ. Καρανίκας, εξηγώντας πως η πρωτογενής χρήση των δεδομένων υγείας αφορά στη χρήση τους για την παροχή υγειονομικών υπηρεσιών, ενώ η δευτερογενής χρήση τους αφορά στη αξιοποίησή τους για σκοπούς έρευνας, καινοτομίας, χάραξης πολιτικής και για ρυθμιστικούς σκοπούς.

Στη χώρα μας, τα τελευταία 10 χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα στον χώρο της ηλεκτρονικής υγείας, τόνισε, ωστόσο αυτό που έχουμε στην ουσία πετύχει είναι να έχουμε «νησίδες» καλής πρακτικής και δεδομένων υγείας, χωρίς να έχουμε καταφέρει να εξασφαλίσουμε τη «ροή» και τη διαθεσιμότητα των δεδομένων υγείας. Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμα περίπλοκα εμπόδια που δυσχεραίνουν την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού των ψηφιακών δεδομένων και των δεδομένων για την υγεία. Οι προκλήσεις είναι πολλές, ανέφερε ο εισηγητής, ωστόσο δεν χρειάζεται να ξεκινήσουμε από το μηδέν, καθώς ο Ευρωπαϊκός Χώρος Δεδομένων Υγείας (EHDS) προτείνει ένα πλαίσιο ανταλλαγής δεδομένων αποκλειστικά για την υγεία, το οποίο καθορίζει σαφείς κανόνες, κοινά πρότυπα, πρακτικές και υποδομές, καθώς και ένα πλαίσιο διακυβέρνησης που αφορά τη χρήση ηλεκτρονικών δεδομένων υγείας τόσο για πρωτογενείς όσο και για δευτερογενείς σκοπούς.

Η τεχνολογία έχει ωριμάσει, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα εξ ολοκλήρου, παρατήρησε ο κ. Καρανίκας. Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε επιτυχώς τις προκλήσεις, θα πρέπει να εργασθούμε για τη δημιουργία του ελληνικού χώρου δεδομένων υγείας, αξιοποιώντας τη διεθνή εμπειρία (π.χ. X-eHealth, eHDSI, EHDS, EU Data Strategy). Φυσικά, συνέχισε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεδομένα υγείας δεν υπάρχουν μόνο στον δημόσιο τομέα αλλά και στον ιδιωτικό τομέα υγείας, επομένως το πλαίσιο που θα δημιουργηθεί θα πρέπει να καλύψει και τη συλλογή και διαχείριση και αυτών των δεδομένων.

Τα δεδομένα υγείας που υπάρχουν στον δημόσιο τομέα θα πρέπει να γίνουν διαθέσιμα, πρόσθεσε ο ομιλητής, και προφανώς θα απαιτηθούν θεσμικές παρεμβάσεις. Θα πρέπει να γίνει επέκταση του πλαισίου διαλειτουργικότητας στον χώρο της υγείας, να δοθούν κίνητρα στους επαγγελματίες υγείας και στους πολίτες, να βρεθούν νέα μοντέλα χρηματοδότησης και βιωσιμότητας του συστήματος, να υποστηριχθεί η σύνδεση της καινοτομίας με την περίθαλψη, να γίνει πιστοποίηση των συστημάτων μας και, τέλος, θα πρέπει ως χώρα να αποκτήσουμε έναν οδικό χάρτη υλοποίησης σεναρίων χρήσης.

Καθώς δεν γίνονται όλα από τη μία μέρα στην άλλη, εξήγησε ο κ. Καρανίκας, η προσέγγισή μας θα πρέπει να είναι σταδιακή, να χρησιμοποιηθούν κάποια αρχικά σενάρια και στη συνέχεια να αξιολογηθεί η ικανοποίηση των τελικών χρηστών από αυτά. Αυτή τη στιγμή, κατέληξε, δεν χρειαζόμαστε να χτίσουμε άλλες «νησίδες» καλής πρακτικής, χρειαζόμαστε διαλειτουργικότητα που θα μας επιτρέψει να αξιοποιήσουμε τα δεδομένα που ήδη διαθέτουμε.

Σχεδιασμός ψηφιακών υπηρεσιών υγείας

Ένας από τους τομείς τους οποίους υπηρετεί η ΗΔΙΚΑ, ξεκίνησε την ομιλία της η κ. Ελπίδα Φωτιάδου, είναι η υλοποίηση πληροφοριακών συστημάτων και ψηφιακών υπηρεσιών στον χώρο της υγείας. Την τελευταία δεκαετία, η ΗΔΙΚΑ έχει υλοποιήσει πληροφοριακά συστήματα εθνικής εμβέλειας, παρατήρησε, ξεκινώντας από την εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, ενώ στη συνέχεια, το 2018, υλοποιήθηκε το Σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, ένα ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα για την υποστήριξη όλων των δομών του Εθνικού Δικτύου ΠΦΥ με στόχο την καθολική κάλυψη της υγείας του πληθυσμού δωρεάν, την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας και την πρόληψη και προαγωγή της υγείας. Από τον Αύγουστο του 2022, συμπλήρωσε, το σύστημα αυτό περιλαμβάνει την εγγραφή των πολιτών σε προσωπικό ιατρό, με περισσότερους από 4 εκατομμύρια πολίτες να έχουν επιλέξει ήδη τον προσωπικό τους ιατρό. Ένα άλλο σύστημα που αναπτύχθηκε, συνέχισε η κ. Φωτιάδου, ήταν το Εθνικό Διαδικτυακό Σύστημα Κλεισίματος Ιατρικών Ραντεβού, με δυνατότητα εφαρμογής στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια υγεία, ενώ επιπλέον, στον τομέα της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η ΗΔΙΚΑ έχει αναπτύξει το Ενιαίο Πληροφοριακό Σύστημα για την υποστήριξη των Επιχειρησιακών Λειτουργιών Μονάδων Υγείας του ΕΣΥ (ΕΠΣΜΥ). Το ΕΠΣΜΥ, εξήγησε, είναι ένα ενιαίο πληροφοριακό σύστημα με κεντρική λειτουργία και τήρηση των δεδομένων στο Datacenter της ΗΔΙΚΑ, που υποστηρίζει παράλληλα και υποσυστήματα LIS και RIS/PACS τοπικά στις Μονάδες Υγείας. Κεντρικό σημείο αναφοράς του εθνικού συστήματος υγείας είναι φυσικά ο Ατομικός Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας (ΑΗΦΥ), ο οποίος θεσμοθετήθηκε το 2019, ανέφερε η εισηγήτρια.

Κατά την τελευταία τριετία, συνέχισε, η ΗΔΙΚΑ ανέπτυξε πολλά νέα συστήματα, πραγματοποιώντας ουσιαστικά ένα ψηφιακό άλμα, με την Άυλη Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, αλλά και τα Εθνικά Μητρώα Ασθενών. Το 2022 ξεκίνησε επίσης η υλοποίηση του προγράμματος Προληπτικής Ιατρικής «Σπύρος Δοξιάδης» με δράσεις προσυμπτωματικού ελέγχου, αρχής γενομένης από τον καρκίνο του μαστού, ενώ θα ακολουθήσουν και δράσεις για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, του παχέος εντέρου και τις καρδιαγγειακές παθήσεις. Επιπλέον, η εφαρμογή myHealth προσφέρει σήμερα στον πολίτη πρόσβαση στα δεδομένα υγείας του, ενώ πρόσφατα θεσμοθετήθηκαν και τα ψηφιακά αποθετήρια ιατρικών δεδομένων ως τμήματα του Α.Η.Φ.Υ.

Όσον αφορά στις διασυνοριακές ηλεκτρονικές υπηρεσίες υγείας, σημείωσε η κ. Φωτιάδου, η ΗΔΙΚΑ έχει ορισθεί ως εθνικό σημείο επαφής για την ηλεκτρονική υγεία, έχοντας ξεκινήσει με την ανταλλαγή ψηφιακού Συνοπτικού Ιστορικού Υγείας Ελλήνων και Ευρωπαίων πολιτών και την εκτέλεση συνταγών φαρμάκων σε φαρμακείο άλλου κράτους μέλους της ΕΕ.

Ένα άλλο σημαντικό έργο στο οποίο συμμετέχει η ΗΔΙΚΑ είναι το πρόγραμμα UNICOM, που αφορά στην ταυτοποίηση των φαρμάκων σε παγκόσμιο επίπεδο και έχει ως στόχο τη βελτίωση της διασυνοριακής υγειονομικής φροντίδας και της ασφάλειας των πολιτών, την παγκόσμια φαρμακοεπαγρύπνηση και την αξιόπιστη και απλοποιημένη ανταλλαγή ηλεκτρονικών συνταγών και συνοπτικών ιστορικών υγείας των ασθενών.

Αναφερόμενη στα νέα έργα ηλεκτρονικής υγείας που πρόκειται να προκηρυχθούν και να υλοποιηθούν από την ΗΔΙΚΑ, η κ. Φωτιάδου δήλωσε πως ήδη έχει ενταχθεί στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», το έργο για τον σχεδιασμό, την ενοποίηση και την υποστήριξη λειτουργίας των Μητρώων της ΗΔΙΚΑ στον τομέα της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης με αρχικό προϋπολογισμό 12,2 εκατ. ευρώ, ενώ επιπλέον έχουν ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός της Διαχείρισης της Περίθαλψης Ογκολογικών Ασθενών με αρχικό προϋπολογισμό 29,4 εκατ. ευρώ, η ολοκλήρωση του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας (ΑΗΦΥ) με προϋπολογισμό 45,1 εκατ. ευρώ και η αναμόρφωση και ο εκσυγχρονισμός των Συστημάτων των Νοσοκομείων με προϋπολογισμό 139,5 εκατ. ευρώ.

Στον σχεδιασμό της ΗΔΙΚΑ περιλαμβάνεται επίσης η περαιτέρω αξιοποίηση του μεγάλου όγκου δεδομένων που αφορούν 12 εκατομμύρια ασθενείς και βρίσκονται αποθηκευμένα στα συστήματά της, υπογράμμισε η ομιλήτρια. Για την υποστήριξη και τη λειτουργία των υποδομών της ΗΔΙΚΑ ώστε να αξιοποιηθούν τα δεδομένα και οι εφαρμογές, έχει ήδη προκηρυχθεί διαγωνισμός 12 εκατ. ευρώ για την αναβάθμιση του Datacenter της, καθώς επίσης έχει προκηρυχθεί διαγωνισμός για το h-Cloud για την εφαρμογή του MyHealth.

Η ΗΔΙΚΑ υποστηρίζει τη διαλειτουργικότητα μέσω ανοικτών προτύπων των πληροφοριακών συστημάτων που λειτουργεί και διαχειρίζεται, τόνισε η κ. Φωτιάδου. Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα και την επιτυχία του ψηφιακού μετασχηματισμού στην υγεία, δήλωσε, είναι να επενδύσουμε σε ένα εθνικό πλαίσιο διαλειτουργικότητας για τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες υγείας, να καθορισθούν κεντρικές κωδικοποιήσεις και ονοματολογίες, τα συστήματα που υλοποιούνται να είναι εύχρηστα και να παρέχονται εργαλεία υποστήριξης των χρηστών.

Τα οφέλη από τον ψηφιακό μετασχηματισμό της υγείας είναι πολλαπλά, κατέληξε η ομιλήτρια, αναφέροντας ως μερικά μόνο εξ αυτών τη βελτίωση της ασφάλειας των ασθενών και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας, τη διαφάνεια, την απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών, την παροχή σύγχρονων ηλεκτρονικών υπηρεσιών υγείας για τον πολίτη, καθώς και την αξιοποίηση των δεδομένων υγείας που συλλέγονται για τη χάραξη πολιτικών υγείας προς όφελος των πολιτών.

Πρωτογενής χρήση των δεδομένων υγείας

Τα δεδομένα είναι απαραίτητα για τον σχεδιασμό τεκμηριωμένων πολιτικών υγείας, συμφώνησε με τους προηγούμενους ομιλητές η Πρόεδρος του ΟΔΙΠΥ κ. Δάφνη Καϊτελίδου, εστιάζοντας την ομιλία της στη χρήση των δεδομένων για τη διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας.

Χωρίς δεδομένα δεν μπορούμε να έχουμε ένα ανθεκτικό σύστημα το οποίο θα υπόκειται σε μία συνεχή διαδικασία ανατροφοδότησης, εξήγησε, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την ποιότητα, την ασφάλεια, αλλά και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών υγείας που παρέχουμε στον πολίτη.

Η ύπαρξη ασφαλών, κατάλληλων και έγκαιρων δεδομένων είναι πολύ σημαντική τόσο και για τον ασθενή όσο και για τον επαγγελματία υγείας, υπογράμμισε η ομιλήτρια. Για τον ασθενή, τα αξιόπιστα δεδομένα σημαίνουν βελτίωση των αποτελεσμάτων υγείας, αποτελεσματική διαχείριση και παροχή φροντίδας, αξιόπιστη πληροφόρηση αναφορικά με τους φορείς παροχής υπηρεσιών υγείας και παροχή υπηρεσιών υψηλής αξίας, ενώ επιπλέον αποτελούν απαραίτητο εργαλείο για τον επαγγελματία υγείας, για την παροχή εξατομικευμένων υπηρεσιών φροντίδας της υγείας, την τήρηση ηλεκτρονικών αρχείων πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση υγείας του ασθενή, τη λήψη αποφάσεων βάσει τεκμηριωμένης γνώσης, την αξιοποίηση συγκεντρωτικών στοιχείων για τη βελτίωση και προαγωγή της επιστημονικής έρευνας και την ενίσχυση των θετικών αποτελεσμάτων των θεραπειών για τον ασθενή.

Αφού παρέθεσε συνοπτικά τις βασικές πηγές ψηφιακών δεδομένων για την υγεία, η κ. Καϊτελίδου επισήμανε ως σημαντικότερα εμπόδια για την αξιοποίησή τους την έλλειψη διαλειτουργικότητας και ενός κοινού πλαισίου για τη συλλογή, επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων υγείας και τη δημιουργία αναφορών, την έλλειψη δεδομένων σε πολλούς τομείς, αλλά και τις ασυμβατότητες στα δεδομένα που προέρχονται από διαφορετικές πηγές, οι οποίες δημιουργούν προβλήματα όσον αφορά στην ακρίβεια, την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους για χρήση.

Περιγράφοντας στη συνέχεια τις δράσεις του ΟΔΙΠΥ κατά το τελευταίο έτος για την απόκτηση περισσότερων και καλύτερων δεδομένων, η εισηγήτρια αναφέρθηκε στη σύσταση μιας Συμβουλευτικής Ομάδας Εργασίας αποτελούμενης από φορείς σχετικούς με τη συλλογή και διαχείριση δεδομένων στον χώρο της υγείας, την ανάπτυξη Δεικτών Μέτρησης της Ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας με κοινή μεθοδολογία για όλα τα νοσοκομεία, το Εθνικό Πρόγραμμα Πρόληψης & Ελέγχου Νοσοκομειακών Λοιμώξεων & Μικροβιακής Αντοχής (GRIPP) και τη συμμετοχή του ΟΔΙΠΥ σε συνεργασία με την ΗΔΙΚΑ στο Διακρατικό Πρόγραμμα του ΟΟΣΑ (Μελέτη PaRIS – Patient Reported Indicators Survey) για τη διερεύνηση των εμπειριών και των αποτελεσμάτων υγείας από την οπτική γωνία των ασθενών/ληπτών υπηρεσιών υγείας.

Στο πλαίσιο των προσπαθειών αυτών, εξήγησε η κ. Καϊτελίδου, ο ΟΔΙΠΥ, έχοντας ήδη επικοινωνήσει με τους σχετικούς φορείς, ετοιμάζεται να προχωρήσει εντός του επόμενου διαστήματος στη συγκρότηση μίας ομάδας εργασίας για την αποτύπωση της κατάστασης καταγραφής των δεδομένων υγείας στον τομέα της υγείας, των παραμέτρων που τηρούνται, των κωδικοποιήσεων που χρησιμοποιούνται και της διαλειτουργικότητας των πληροφοριακών συστημάτων, αλλά και για τη διαμόρφωση προτάσεων με στόχο τη δευτερογενή χρήση/αξιοποίηση των δεδομένων αυτών για την τεκμηριωμένη λήψη αποφάσεων.

Όσον αφορά στην ανάπτυξη Δεικτών Μέτρησης της Ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας, συνέχισε, το πρώτο σετ δεικτών ήδη έχει αναπτυχθεί και εφαρμόζεται επί του παρόντος πιλοτικά, σε επτά νοσοκομεία σε όλη τη χώρα, ενώ προβλέπεται η σταδιακή ένταξη επιπλέον μονάδων.

Προκειμένου να μπορέσουμε να σχεδιάσουμε ένα ανθρωποκεντρικό σύστημα υγείας, υπογράμμισε η ομιλήτρια, χρειαζόμαστε δεδομένα, χρειαζόμαστε την εμπειρία και τα αποτελέσματα των ασθενών. Η ανάδειξη της υγείας ως εθνικής προτεραιότητας και η αύξηση των δαπανών στον τομέα της υγείας αποτελεί κεντρικό σημείο που θα επιτρέψει στη χώρα να προχωρήσει ταχύτερα στη δημιουργία ενός συστήματος υγείας που βασίζεται σε δεδομένα και επιστημονικές ενδείξεις.

Για να μπορέσουμε να έχουμε καλύτερα και εγκυρότερα δεδομένα είναι ασφαλώς απαραίτητη η προτεραιοποίηση στις επενδύσεις, με έμφαση στην έρευνα και τον μετασχηματισμό του συστήματος υγείας με στόχο την αξιοποίηση περισσότερων και καλύτερων δεδομένων για την παροχή υψηλής ποιότητας φροντίδας. Είναι σημαντική, εξήγησε η κ. Καϊτελίδου, η εξέλιξη του ελληνικού συστήματος υγείας σε ένα σύστημα που «μαθαίνει» και χρησιμοποιεί τα δεδομένα προς όφελος της υγείας των ασθενών.

Απώτερος στόχος όλων, ολοκλήρωσε την τοποθέτησή της η πρόεδρος του ΟΔΙΠΥ, είναι σε σύντομο χρονικό διάστημα η χώρα μας να είναι σε θέση να κάνει στρατηγικό σχεδιασμό στον τομέα της υγείας που να βασίζεται στα δεδομένα.

Δευτερογενής χρήση των δεδομένων υγείας

Τον κύκλο των ομιλιών ολοκλήρωσε η κ. Εύη Δαλακάκη, Assistant Director Health Policy, MSD Ελλάδος, η οποία είχε ως θέμα της εισήγησής της τη δευτερογενή χρήση των δεδομένων υγείας για την ανάπτυξη της έρευνας και των υπηρεσιών υγείας.

Κάνοντας αρχικά τη διάκριση μεταξύ Real World Data (RWD), των δεδομένων δηλαδή που συλλέγονται αυτόματα, αποθηκεύονται ηλεκτρονικά και προκύπτουν από διάφορες πηγές, όπως νοσοκομεία, φαρμακεία, μητρώα ασθενών, τον ηλεκτρονικό φάκελο ασθενούς, ασφαλιστικούς οργανισμούς κ.ά., και των Real World Evidence (RWE), τα οποία προκύπτουν από την ερευνητική και αναλυτική επεξεργασία των πρώτων με χρήση μεθόδων επικύρωσης και πιστοποίησης, η κ. Δαλακάκη υπογράμμισε ότι σήμερα η παραγωγή RWD και η αξιοποίηση των RWE που προκύπτουν από αυτά αποτελεί προτεραιότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η δημιουργία ενός Eυρωπαϊκού Xώρου Δεδομένων στον τομέα της υγείας αποτελεί προτεραιότητα της Επιτροπής για το διάστημα 2019-2025, εξήγησε η ομιλήτρια. Ο Ευρωπαϊκός Χώρος Δεδομένων Υγείας θα προωθήσει την ανταλλαγή και την πρόσβαση σε διαφορετικούς τύπους δεδομένων υγείας, αφενός για την υποστήριξη της παροχής υγειονομικής περίθαλψης (πρωτογενής χρήση δεδομένων) αφετέρου για την έρευνα και την υποστήριξη αποφάσεων πολιτικής υγείας (δευτερογενής χρήση δεδομένων).

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA), συνέχισε η κ. Δαλακάκη, δημιούργησε ένα δίκτυο, το Δίκτυο Ανάλυσης Δεδομένων (Data Analysis and Real-World Interrogation Network – DARWIN EU®), το οποίο λειτουργεί ως συντονιστικό κέντρο του Οργανισμού για την παροχή έγκαιρων και αξιόπιστων στοιχείων σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση, συμπεριλαμβανομένων των εμβολίων, καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής των προϊόντων, από βάσεις πραγματικών δεδομένων υγειονομικής περίθαλψης σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής και επενδύοντας σε αυτή του την πρωτοβουλία, ο EMA έχει αυξήσει τη συνεργασία του διεθνώς με άλλες ρυθμιστικές αρχές, ώστε να υπάρχει εναρμόνιση και σύγκλιση ορολογιών και οδηγιών, καθώς και πρακτικών.

Όσον αφορά στα οφέλη των δεδομένων, επισήμανε η εισηγήτρια, τα δεδομένα πραγματικού κόσμου (RWD)  μπορούν να υποστηρίξουν τεκμηριωμένες αποφάσεις πολιτικής υγείας προς όφελος τόσο των ασθενών, βελτιώνοντας την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας και τις κλινικές εκβάσεις, όσο και για την κοινωνία, βελτιώνοντας την αποδοτικότητα των συστημάτων υγείας, συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη και μειώνοντας τις ανισότητες. Ασφαλώς, τόνισε, είναι πολύ σημαντικό τα δεδομένα που συλλέγονται να έχουν αξία για τους ασθενείς και να εκφράζουν τις προτιμήσεις τους και τα μητρώα ασθενών οφείλουν να συλλέγουν τέτοια δεδομένα.

Όσον αφορά στην αξιοποίηση των δεδομένων στον τομέα της έρευνας, συνέχισε η κ. Δαλακάκη, τα RWE μπορούν να βοηθήσουν να αναπτυχθούν κλινικές παρεμβάσεις που θα «συνδέουν» την κλινική πραγματικότητα με τις κλινικές δοκιμές, να βελτιωθούν οι κλινικές μελέτες (σε όρους επιλογής ασθενών, αποτελεσμάτων, εξοικονόμησης πόρων & ταχύτερης πρόσβασης), να αξιολογηθούν σε πραγματικό χρόνο και συνθήκες η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια μίας θεραπείας, η συμμόρφωση του ασθενούς και η επιβάρυνση μίας νόσου, αλλά και να εισαχθούν οι μελέτες στην ψηφιακή εποχή, οδεύοντας προς ένα μέλλον εξατομικευμένων θεραπειών.

Τα RWE μπορούν να οδηγήσουν στη βελτίωση της ποιότητας της περίθαλψης και την αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων, ενώ επιπλέον η χρήση τους στην Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας γίνεται ολοένα και περισσότερο διαδεδομένη καθώς έχει αναγνωρισθεί πως μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σε αυτή, παρατήρησε η κ. Δαλακάκη, φέρνοντας παραδείγματα από διάφορες χώρες διεθνώς.

Εκτός ωστόσο από τα οφέλη για τον ίδιο τον χώρο της υγείας, πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ έδειξε πως η επένδυση στην αξιοποίηση των RWE μπορεί να αποφέρει επίσης οικονομικά και εργασιακά οφέλη, συνέχισε. Τα δεδομένα πραγματικού χρόνου μπορούν επίσης να συμβάλουν και στην άμβλυνση των ανισοτήτων στην υγεία, πρόσθεσε, αναφέροντας ως παράδειγμα το Ευρωπαϊκό Μητρώο Ανισοτήτων για τον Καρκίνο, μια πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Καταπολέμησης του Καρκίνου που χρησιμοποιεί ένα πλαίσιο δεικτών για την αξιολόγηση της προόδου των χωρών στην πρόληψη και φροντίδα του καρκίνου. Στη χώρα μας, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της υγείας αποτελεί σήμερα προτεραιότητα του ΤΑΑ, ανέφερε η κ. Δαλακάκη, επισημαίνοντας πως η αξιοποίηση των δεδομένων απαιτεί ασφαλώς συνεργασία και συλλογικότητα.

Η Φινλανδία προσφέρεται ως ένα καλό παράδειγμα λειτουργίας ενός οικοσυστήματος για τη δευτερογενή χρήση δεδομένων, συμπλήρωσε, καθώς το 2020 δημιούργησε έναν Οργανισμό, τη FinData, που συλλέγει τα δεδομένα που προκύπτουν από διάφορες βάσεις κοινωνικής και υγειονομικής περίθαλψης, εγκρίνει και αδειοδοτεί τη δευτερογενή χρήση τους, διασυνδέει τα δεδομένα με ασφάλεια και εξορθολογίζει τη διαδικασία διασφαλίζοντας την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Η χώρα μας, κατέληξε η ομιλήτρια, με τον πλούτο δεδομένων που διαθέτει και τις μεταρρυθμίσεις που δρομολογούνται, μπορεί στο μέλλον να διαδραματίσει κομβικό ρόλο ως κέντρο αριστείας για τη διαχείριση των RWE, τόσο για την ανάλυση των δικών της αναγκών και την προσέλκυση επενδύσεων στην έρευνα, όσο και για την αξιολόγηση των αποφάσεών της και τον σχεδιασμό μελλοντικών πολιτικών.